του Θέμη Κοτσιφάκη, ΓΓ του ΔΣ της ΟΛΜΕ
Πάνω από 2000 κενά εκπαιδευτικών διαπιστώνονται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πολλά παιδιά δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει κάποια μαθήματα. Ακόμα και μαθήματα πανελλαδικών εξετάσεων στα γενικά λύκεια ή μαθήματα ειδικοτήτων στα τεχνικά σχολεία, σε μαθητές που σε λίγο θα λάβουν πτυχίο, δεν ξεκίνησαν! Και σε λίγο έχουμε Χριστούγεννα. Ουσιαστικά είμαστε στο μέσον της σχολικής χρονιάς. Τα δημόσια Γυμνάσια, Λύκεια (Γενικά και Επαγγελματικά) και οι ΕΠΑΣ έχουν δεχθεί ένα ακόμη ισχυρό πλήγμα από τη μνημονιακή πολιτική κυβέρνησης και τρόικας. Επιπλέον, σε λίγο τα παιδιά θα τουρτουρίζουν από το κρύο, γιατί δεν θα έχουν τα σχολεία να αγοράσουν πετρέλαιο.
Οι απαντήσεις της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας είναι στη γραμμή «κάνουμε ό,τι μπορούμε με αυτή τη δεδομένη οικονομική πολιτική». Παραδέχονται πως υπάρχουν τα προβλήματα. Κάνουν «δημοσιογραφικές» καταγραφές και διαπιστώσεις των προβλημάτων. Και μετά σηκώνουν τα χέρια. Όλη η εξουσία είναι στην task force (τρόικα) του υπουργείου άλλωστε….
Όταν μιλάς με την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου, έχεις την αίσθηση πως μιλάς με κάποιο προϊστάμενο υπηρεσίας που περιμένει από ανωτέρους του (λέγε με τρόικα) εντολές και οδηγίες για το τι θα γίνει στο εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Εμβρόντητους μας άφησε η απάντηση του Υπουργού στην τελευταία συνάντηση με το ΔΣ της ΟΛΜΕ, όταν τον ρωτήσαμε πώς θα εφαρμόσουν την απαράδεκτη διάταξη που περιλήφθηκε στο μνημόνιο 3 για τις υποχρεωτικές μεταθέσεις εκπαιδευτικών: «Δεν τη γράψαμε εμείς, μας τη δώσανε» ήταν η απάντηση που μας σόκαρε.
Και αναρωτιέται κανείς: Υπάρχει δημοκρατική νομιμοποίηση για αυτά τα μέτρα; Ποιος νομιμοποιεί αυτή την πολιτική των 800 σελίδων μέτρων σε ένα άρθρο, που συμπληρώνεται καθημερινά με συνεχείς πράξεις νομοθετικού περιεχομένου; Πώς νομιμοποιείται η συνεχής υποβάθμιση και απαξίωση του δημόσιου αγαθού της παιδείας; Έχει μέλλον αυτός ο τόπος με την εφαρμογή μιας πολιτικής που «επενδύει» στη διάλυση του δημόσιου σχολείου;
Μελετώντας τα στοιχεία των κρατικών προϋπολογισμών διαπιστώνουμε πως οι δαπάνες για την παιδεία στη χώρα μας μειώθηκαν μεταξύ 2009 και 2013 κατά 33%. Να σημειώσουμε δε πως ήταν ήδη και πριν το 2009 οι μικρότερες δαπάνες ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών του ΟΟΣΑ.
Από την άλλη μεριά, με γρήγορους ρυθμούς η κυβέρνηση σπεύδει το τελευταίο διάστημα να «αξιολογήσει» τους εκπαιδευτικούς και τα σχολεία. Ποιος να τους πιστέψει όμως πως ενδιαφέρονται για τη βελτίωση της εκπαίδευσης, όπως διατείνονται; Όταν δεν ενδιαφέρονται να καλύψουν τα κενά στα σχολεία; Όταν μειώνουν συνεχώς τις δαπάνες; Όταν εξαθλιώνουν οικονομικά, εργασιακά και επιστημονικά τους εκπαιδευτικούς; Όταν αδιαφορούν για τα παιδιά που πεινούν, για τα παιδιά που κρυώνουν; Όταν ακόμα και τα διαθέσιμα κονδύλια του ΕΣΠΑ τα σπαταλούν σε δράσεις προβολής της άθλιας μνημονιακής πολιτικής τους, σε συμβούλους, παρασυμβούλους και πάσης φύσεως «τρωκτικά».
Θα έλεγα, λοιπόν, να προχωρήσουμε εμείς, οι εκπαιδευτικοί, η νεολαία, όλος ο λαός, στην «αξιολόγηση» της πολιτικής τους και να τους σταματήσουμε, να τους ανατρέψουμε με τη δράση μας. Τώρα, γιατί αύριο η καταστροφή που θα έχουν κάνει στην παιδεία αλλά και συνολικά στη χώρα μας θα είναι ανυπολόγιστη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου